Παν. Νικολούδης: Η Διαφθορά εις βάθος

Στην παρούσα κρίσιμη για τη χώρα οικονομική συγκυρία, ως ζήτημα απόλυτης προτεραιότητας τίθεται η αποτελεσματική αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και της διαφθοράς στο δημόσιο τομέα.

Οι διάφορες μορφές φοροδιαφυγής, δηλαδή η φοροαποφυγή, η φοροδιαφυγή, η φοροϋπερημερία, στο σύνολό τους θεωρούμενες δεν προσβάλλουν μόνο την περιουσία του ελληνικού κράτους, αλλά παραπέρα προκαλούν μια σειρά από δημοσιονομικές και κοινωνικοοικονομικές δυσλειτουργίες και ειδικότερα, αδυναμία χρηματοδότησης κρατικών δαπανών για την εξυπηρέτηση δημόσιων αναγκών, ματαίωση της δραστικότητας του φόρου ως οικονομικοπολιτικού εργαλείου για την επίτευξη μη ταμειακών στόχων, στρέβλωση των όρων κοινωνικής συνοχής και αλληλεγγύης. Για τη διαφθορά απλά περιορίζομαι να πω ότι εν τέλει βλάπτει επικίνδυνα την ίδια τη δημοκρατία.

Παρά το ότι τα τελευταία χρόνια, πιεζόμενη και από την ανάγκη και συμμορφούμενη προς τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει από τα διεθνή και ευρωπαϊκά συμβατικά κείμενα, η χώρα μας έχει σημαντικά αυξήσει το νομικό οπλοστάσιο, η διαφθορά και κυρίως η αποκαλούμενη υψηλού επιπέδου ή corruption αποτελεί μία από τις σημαντικότερες αιτίες της θεσμικής και οικονομικής κρίσης και παροξύνει τις συνέπειες από την κρίση αυτή.

Κατά κοινή διαπίστωση, ο βασικότερος λόγος της αδυναμίας του κρατικού μηχανισμού να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τα παραπάνω φαινόμενα έγκειται στην κατανομή των αρμοδιοτήτων και την πολυδιάσπαση των αρμοδιοτήτων μεταξύ των εμπλεκόμενων υπηρεσιών και οργάνων ελέγχου, η μη σαφής οριοθέτηση των οποίων αποδυναμώνει την πρακτική αποτελεσματικότητα του συστήματος, ευνοεί τη διάχυση της ευθύνης και καθιστά δυσχερή την επιχειρησιακή παρακολούθηση των ερευνώμενων υποθέσεων.

Κατά συνέπεια, λοιπόν, η επιλογή της Κυβέρνησης για τη σύσταση ενός νέου Υπουργείου εις το οποίο υπάγονται όλοι οι ελεγκτικοί μηχανισμοί είναι εξ ορισμού σοφή και άσχετα με το πρόσωπο στο οποίο επρόκειτο να ανατεθεί η ευθύνη αυτού του Υπουργείου.

Έχετε, λοιπόν, αξιότιμοι κυρίες και κύριοι εκπρόσωποι, ενώπιόν σας εκείνον στον οποίο ο Πρωθυπουργός έκανε την τιμή και ανέθεσε το σοβαρό καθήκον να ηγηθεί αυτού του Υπουργείου, έναν άνθρωπο που πριν από μόλις λίγες μέρες, αιφνιδιαστικά ίσως, απέβαλε την τήβεννο του ανώτατου δικαστικού λειτουργού, διότι -για όσους πιθανώς δεν το γνωρίζουν- μέχρι πριν από λίγες μέρες ήμουν Αντιεισαγγελέας στον Άρειο Πάγο και ήμουν ο Πρόεδρος της Ανεξάρτητης Αρχής για την Καταπολέμηση του Μαύρου Χρήματος και το έκανα, σας διαβεβαιώ, χωρίς δεύτερη σκέψη.

Είναι πάρα πολύ απλό. Δεν είχα καμία φιλοδοξία στο τέλος της καριέρας μου να φορέσω κοστούμι Υπουργού. Η τήβεννος μου έφτανε. Το έκανα απλά και μόνο επειδή πίστεψα ότι, όταν ο Πρωθυπουργός μιλούσε για πάταξη της φοροδιαφυγής και κυρίως, πάταξη της διαφθοράς, το εννοούσε. Και το εννοούσα και εγώ πολύ καιρό πριν.

Έχω, βεβαίως, και ένα νεοσύστατο Υπουργείο, το οποίο θα πρέπει να πω ότι για την ώρα δεν έχει εγκαταστάσεις, δεν έχει καν γραμματεία, δεν παρέλαβε φακέλους από κανέναν, δεν έχουμε ούτε καν χαρτί, δεν έχω μόνιμα να καθίσω κάπου. Όμως, αυτά όλα είναι απόλυτα φυσιολογικά. Απλώς, θέλω να δώσω τη διαβεβαίωση και στην Εθνική Αντιπροσωπεία ότι παρότι έτσι, αυτό το Υπουργείο ήδη αρχίζει να δουλεύει και να παράγει έργο. Να μην μένει η παραμικρή αμφιβολία σε κανέναν.

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Νικήτας Κακλαμάνης): Ίσως γιατί το παραλάβατε από μηδενική βάση. Είναι τα καλά αυτά.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΝΙΚΟΛΟΥΔΗΣ (Υπουργός Επικρατείας): Πιθανότατα, κύριε Πρόεδρε, σας ευχαριστώ για την παρατήρηση.

Ακριβώς σε αυτό ήθελα να περάσω, δηλαδή ποια είναι τα «συν» αυτής της υπόθεσης. Είναι ό,τι είπε ο κύριος Πρόεδρος. Επιπλέον, είναι το ότι την προηγούμενη θητεία μου σε αυτή την Ανεξάρτητη Αρχή -που τα τελευταία, τουλάχιστον, τέσσερα χρόνια ως κύριο αντικείμενο είχε την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και της διαφθοράς- τη βλέπω σαν συνέχεια από μία καινούρια θέση, από ένα καινούργιο πόστο, το πόστο του Υπουργού.

Επιπλέον, θεωρώ θετικό και το ότι δεν έχω να αναμετρηθώ με κανένα προκάτοχο, παρά μόνο με το ίδιο το έργο μου, το προηγούμενο έργο μου, με τον ίδιο τον εαυτό μου. Θα εντείνω τις προσπάθειές μου για να κάνω τα πράγματα καλύτερα από ό,τι προηγουμένως.

Σήμερα γνωρίζω πολύ καλά ότι ο ρόλος μου και ο σκοπός μου εδώ είναι να σας ενημερώσω, συνεχίζοντας αυτό που κάνανε αφενός ο Πρωθυπουργός και όλοι οι προλαλήσαντες συνάδελφοί μου, για το τι πρόκειται να κάνω -αυτή την έννοια έχουν οι προγραμματικές δηλώσεις- για τα συγκεκριμένα θέματα της φοροδιαφυγής και της διαφθοράς και τι μέτρα έχω στο μυαλό μου να κάνω.

Ωστόσο, επιτρέψτε μου να επιχειρήσω να σας περιγράψω με κάθε ειλικρίνεια και με τη μεγαλύτερη τεκμηρίωση ποια είναι η πραγματική κατάσταση στη χώρα μας και ποια η σχέση της με αυτά τα δύο φαινόμενα, δηλαδή τη φοροδιαφυγή και τη διαφθορά, διότι θεωρώ ότι ελάχιστα μπορούν να βοηθήσουν και ελάχιστα μπορούν να αξιολογηθούν στόχοι, εάν δεν ξέρεις ποιες είναι οι ανάγκες που δημιουργούν αυτούς τους στόχους.

Μπαίνω απευθείας εις τα θέματα. Θα αναφερθώ στο θέμα της φοροδιαφυγής. Δεν θέλω να κομίσω γλαύκα εις Αθήνας, να προσπαθήσω να σας πω τι είναι φοροδιαφυγή. Παίρνω το συντομότερο και συνεκτικότερο όρο. Eίναι conditiosinequanon, ο όρος άνευ του οποίου ένα οποιοδήποτε κράτος δεν μπορεί να επιβιώσει. Δηλαδή κράτος το οποίο δεν έχει την ικανότητα να εισπράττει τους νόμιμους φόρους που το ίδιο προβλέπει και επιβάλλει είναι υποχρεωμένο νομοτελειακά να καταφύγει στο δανεισμό και εφόσον δεν μπορεί να καταφύγει στο δανεισμό είναι βέβαιο πως θα βρεθεί σε πάρα πολύ δύσκολη κατάσταση με απειλή κατά της ίδιας της ύπαρξής του.

Έχουμε, λοιπόν, διάφορες απόψεις. Έχω ακούσει κατά καιρούς διάφορες εκστρατείες και διάφορες διακηρύξεις, πάρα πολλά «θα», «θα», «θα», «θα παρατάξουμε τη φοροδιαφυγή».

Ειλικρινώς, χωρίς καμία διάθεση υπερβολής, εκείνο που έχω να σας πω ως κατασταλαγμένη σκέψη, συμπέρασμα βγαλμένο από την εμπειρία μου -και θα σας πω παρακάτω ποια είναι αυτή η εμπειρία μου- είναι ότι ατυχώς στη χώρα μας δεν υπήρξε από το 1974 και μέχρι σήμερα -για σαράντα χρόνια- όχι αποτελεσματικός φοροελεγκτικός και φοροεισπρακτικός μηχανισμός, δεν υπήρξε τέτοιος μηχανισμός που να λειτουργεί έστω στοιχειωδώς.

Και μέσα μου πάντα είχα την απορία πώς μπορέσαμε ως κράτος να φτάσουμε μέχρι εδώ και σ’ αυτήν την κρίσιμη κατάσταση και αυτό δεν είχε συμβεί πολλά χρόνια πριν.

Θεωρώ ότι δεν είναι σωστό να ανατρέχεις στους προκατόχους σου και στο παρελθόν και να αποδίδεις ευθύνες σ’ αυτούς που δούλεψαν στον ίδιο σκοπό πριν από εσένα. Όμως, χωρίς να θέλω να θίξω κανέναν προσωπικά, θεωρώ πως όσοι χρημάτισαν Υπουργοί Οικονομικών από το 1973, από τη Μεταπολίτευση και μέχρι σήμερα, φέρουν σημαντικές ευθύνες όχι κατ’ ανάγκη ποινικές -κάθε άλλο παρά ποινικές ευθύνες εννοώ- για το ότι δεν μπορέσαμε ποτέ να έχουμε έναν αποτελεσματικό μηχανισμό.

Μπαίνω σε μία περιγραφή της κατάστασης, όπως αυτή υφίσταται σήμερα. Ξέρετε σήμερα ποιος μηχανισμός υπάρχει για να ελέγχει τους φόρους και να επιδιώκει την είσπραξή τους; Από το 2012 και μετά έγινε μία Αρχή. Μέχρι τότε δεν υπήρχε κυριολεκτικά τίποτα. Πήγαινε μόνο ο φορολογούμενος στον έφορο και ουδέποτε ο έφορος στο φορολογούμενο. Αυτό δεν είναι δυνατόν να φέρει κανένα αποτέλεσμα. Είναι σαν να επικαλείσαι τον πατριωτισμό κάποιου και σε τέτοια θέματα δεν φτάνει η επίκληση του πατριωτισμού. Ο πατριωτισμός πάρα πολλών σταματάει εκεί που αρχίζει να πονάει η τσέπη τους.

Μέχρι το 2013, λοιπόν, δεν υπήρχε ούτε φοροελεγκτικός ούτε φοροεισπρακτικός μηχανισμός. Το 2000, τέλος του 2012 προς το 2013, αυτός ο μικρός μηχανισμός -τον οποίο είχα την τιμή να έχω στον έλεγχό μου, να προεδρεύω και να προΐσταμαι- με παραινέσεις, αν θέλετε, και τεχνοκρατών της ομάδας Ράιχενμπαχ ανέλαβε να υποκαταστήσει σε κάποιο βαθμό την ανυπαρξία φοροελεγκτικού και φοροεισπρακτικού μηχανισμού.

Με απλές κουβέντες, αυτό που κάναμε ήταν να ζητήσουμε από όλες τις τράπεζες να μας στείλουν καταλόγους –προσπαθώ να αποφύγω τη χιλιοειπωμένη λέξη «λίστες»- καταθετών οι οποίοι είχαν σε κάθε τράπεζα πάνω από 200.000 ευρώ. Συγκεντρώσαμε τα στοιχεία όλων εκείνων οι οποίοι είχαν στείλει κεφάλαια στο εξωτερικό. Ακόμη, συγκεντρώσαμε στοιχεία που δεν μπορεί να τα υποθέσει κανένας, όπως και στοιχεία από ασφάλειες, από ασφαλιστικές εταιρείες. Διότι είναι πρόκληση και παράλογο κάποιος που δηλώνει εισόδημα 25.000 ευρώ το χρόνο, να πληρώνει ασφάλιστρο 17.000 ευρώ. Σας δίνω και ορισμένα κριτήρια που καθόρισαν τη σκέψη και τη συλλογιστική μας.

Τέλος, πρόσφατα εντάξαμε και αυτήν την περιβόητη πλέον Λίστα Λαγκάρντ. Και αφού βάλαμε όλα αυτά τα στοιχεία σε μία βάση δεδομένων, μετά κάναμε βάσει του ΑΦΜ μία αξιολόγηση και βρήκαμε περίπου μία συνολική εικόνα του τι κατέχει και έχει ο καθένας.

Το δεύτερο βήμα που κάναμε ήταν να κοιτάξουμε τις φορολογικές δηλώσεις από το 2000 και εντεύθεν και καταλήξαμε σε περίπου τρεισήμισι χιλιάδες περιπτώσεις έχοντας μία πλήρη εικόνα της δυσαναλογίας –για να μην πω τίποτα άλλο- ανάμεσα στα εισοδήματα, στα περιουσιακά στοιχεία που κατείχε κάποιος και στα περιουσιακά στοιχεία που κάποιος δήλωνε.

Αυτές τις τρεισήμισι χιλιάδες υποθέσεις, οι οποίες από πρώτη ματιά και μόνο μιλούσαν και κραύγαζαν –όχι απλά μιλούσαν- για την ύπαρξη φοροδιαφυγής, κυριολεκτικά δεν είχαμε και δεν έχουμε σήμερα τι να τις κάνουμε. Αξίζει να σας πω πως το συνολικό ποσό ύλης που έχει φοροδιαφύγει φτάνει τα 7 δισεκατομμύρια ευρώ, μετρημένα και υπολογισμένα μέχρι το τελευταίο ευρώ, κάτι που αναμένεται με εξαιρετική πιθανότητα να αποδώσει στο δημόσιο 2,5 εκατομμύρια ευρώ κατ’ ελάχιστο. Και όμως, αυτόn το θησαυρό, τον πακτωλό χρήματος που το δημόσιο έχει όχι απλώς δικαίωμα, αλλά καθήκον να τον εισπράξει, δεν έχει τη δυνατότητα να το πράξει. Γιατί απλούστατα, αξιότιμοι κυρίες και κύριοι εκπρόσωποι, ούτε οι εφορίες ούτε το ΣΔΟΕ δεν έχουν ελεγκτές ικανούς να ανταποκριθούν σε αυτό.

Για να μην πλατιάσω και χάσω χρόνο, μπαίνω απ’ ευθείας στα μέτρα που σκοπεύουμε να λάβουμε, άμεσα μέτρα. Θα ζητήσουμε από όλους τους ελεγκτές του ΣΔΟΕ να αφήσουν στην μπάντα οτιδήποτε άλλο κάνουν, που τις περισσότερες φορές ήταν άσκοπο ή άχρηστο, και να απασχοληθούν αποκλειστικά με το αντικείμενο των υποθέσεων αυτών.

Σε δεύτερο βαθμό, αλλά πολύ σύντομα, θα μεριμνήσουμε –και ως προς αυτό ευρισκόμαστε σε πλήρη συνεννόηση με το Υπουργείο Οικονομικών- για μία νομοθετική ρύθμιση, η οποία θα δίνει στο ΣΔΟΕ, που, όπως σας είπα, κάνει τον έλεγχο, την αρμοδιότητα να βεβαιώνει το φόρο. Γιατί πιθανώς εκπλήσσεσθε: Το ΣΔΟΕ δεν έχει την αρμοδιότητα να βεβαιώνει το φόρο. Άλλος κάνει τον έλεγχο, το ΣΔΟΕ δηλαδή, και μετά ταύτα θα στείλει μια έκθεση στις εφορίες, οι οποίες έχουν περίπου παντελή έλλειψη και αδυναμία να κάνουν έναν ακόμη έλεγχο, και τέλος θα επιβάλουμε τον φόρο.

Για να μην χάσω την ευκαιρία και τη δυνατότητα να αναφερθώ και στο πιο κρίσιμο θέμα της διαφθοράς, το οποίο πρόκειται να απορροφήσει το μεγαλύτερο μέρος της δραστηριότητάς μου σας λέγω απλώς: Το μέγεθος της διαφθοράς που είδα μπροστά μου εκτελώντας τα καθήκοντά μου σε αυτήν την Επιτροπή, σε αυτήν την Αρχή που σας προανέφερα, δεν είναι βγαλμένο από θεωρίες, ημερίδες, διημερίδες, φήμες, αλλά είναι η διαπίστωση του ανθρώπου που έβαλε το δάκτυλό του στον τύπο των ήλων.

Και ποιο είναι το συμπέρασμα; Όλα αυτά τα οικονομικά σκάνδαλα που αφορούσαν τις τράπεζες, που αφορούσαν τις επιχορηγήσεις, που αφορούσαν και αφορούν τον τρόπο με τον οποίο γίνεται η διακίνηση καπνικών προϊόντων και καυσίμων τα τέλεσαν –ειλικρινώς σας διαβεβαιώ- μία δράκα ανθρώπων ή μία δράκα οικογενειών, οι οποίοι είναι ακριβώς αυτό που με γενικά λόγια λέμε κρατικοδίαιτος καπιταλισμός. Είναι μία δράκα ανθρώπων, οι οποίοι έχουν την αντίληψη ότι το κράτος είναι φτιαγμένο αποκλειστικά και μόνο για να εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους. Και ατυχώς, κάποιες στιγμές, το κράτος και οι φορείς του έδειξαν να συμμερίζονται αυτήν την άποψη.

Τελειώνω λέγοντας ότι αυτό που έγινε μέχρι σήμερα θα προσπαθήσουμε να το ελέγξουμε και να αποδοθούν ευθύνες και ποινικές. Το σίγουρο όμως είναι ότι από εδώ και στο εξής συμβάσεις με κάλπικα χαρτιά, συμβάσεις πολεμικού υλικού, οι οποίες είχαν περίπου θεσμοθετημένα και νομοθετημένα υπερβολικά ανταλλάγματα, τις λεγόμενες «μίζες», επιχορηγήσεις είτε με χρήματα του ελληνικού δημοσίου είτε με χρήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν πρόκειται ξανά να δοθούν.

Ο δρόμος θα κλείσει. Ο έλεγχος της διακίνησης καπνικών προϊόντων η οποία γίνεται με τρόπους απαράδεκτους, αποφέρει σε κάποιους ποσά που έχουν υπολογιστεί στο 1 δισεκατομμύριο. Ας το πάρουν απόφαση. Από εδώ και στο εξής αυτό δεν θα επιτραπεί, γιατί θα χαλάσουν οι μηχανισμοί τους και θα χαλάσουν άμεσα.

Αυτό το πράγμα, αυτές οι υποσχέσεις, αυτή η Κυβέρνηση και αυτός ο Υπουργός που μιλάει σήμερα δεν θα κάνουμε ό,τι μπορούμε. Θα κάνουμε ό,τι πρέπει, θα κάνουμε ό,τι χρειάζεται, θα κάνουμε ό,τι απαιτείται από τις ιδιαίτερες συνθήκες και τις ανάγκες στις κρίσιμες περιστάσεις στις οποίες βρίσκεται η χώρα μας, ώστε αυτό το κράτος να γίνει ένα κράτος φυσιολογικό, να γίνει ένα κράτος που θα διέπεται σε μεγάλο ποσοστό από τη νομιμότητα.

Αυτό σε μεγάλο ποσοστό το λέγω για να μη θεωρηθώ ότι υπερβάλλω και γίνομαι υπεραισιόδοξος. Υπεραισιόδοξος δεν είμαι. Αλλά πίστη μου είναι ότι παίρνεις ό,τι παλέψεις. Εγώ και όλη η Κυβέρνηση είμαστε αποφασισμένοι να παλέψουμε.

(O αεροπαγίτης Παν. Νικολούδης είναι υπουργός Επικρατείας, αρμόδιος για την καταπολέμηση της διαφθοράς και της φοροδιαφυγής, Το κείμενο είναι η εισηγητική του αγόρευση κατά τις Προγραμματικές Δηλώσεις της Κυβέρνησης)

 

Προσθήκη σχολίου

Βεβαιωθείτε ότι εισάγετε τις (*) απαιτούμενες πληροφορίες, όπου ενδείκνυται. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.

Πολυμέσα

Cookies make it easier for us to provide you with our services. With the usage of our services you permit us to use cookies.
Ok Decline