Θεόδωρος Φορτσάκης: Ένα ευάλωτο Δημοψήφισμα

«Νομίζω ότι είναι σαφές ότι και για εμάς τίθεται ένα σημαντικό ζήτημα συνταγματικότητας της διαδικασίας την οποία μας ζητούν να επικυρώσουμε σήμερα εδώ. Άκουσα με προσοχή αυτά που είπε ο κ. Βενιζέλος και τα επικροτώ στο σύνολό τους, γι' αυτό και δεν θα επαναλάβω όλα τα επιχειρήματα τα οποία είπε. Θα επικεντρωθώ σε ορισμένα σημεία, τα οποία νομίζω χρειάζονται ίσως περισσότερη εξήγηση.

Πέντε σημεία θα θίξω. Σημείο πρώτο. Τι προβλέπει το Σύνταγμα για το δημοψήφισμα; Θυμίζω ότι στο άρθρο 44 προβλέπει ότι δημοψήφισμα διεξάγεται για δύο μεγάλες κατηγορίες ζητημάτων, για τα κρίσιμα εθνικά θέματα από τη μία πλευρά και για τα σοβαρά κοινωνικά ζητήματα από την άλλη.

Για τα δεύτερα, τα σοβαρά κοινωνικά ζητήματα, προβλέπεται ότι πρέπει να υπάρχει ψηφισμένο νομοσχέδιο και εδώ προβλέπεται και μία εξαίρεση που αφορά τα δημοσιονομικά. Είναι προφανές ότι στη σκέψη του συνταγματικού νομοθέτη υποβόσκει η διάκριση τριών μεγάλων κατηγοριών: οι δύο που ονομάτισα και η τρίτη που είναι τα πολιτικά ζητήματα, τα οποία πολιτικά ζητήματα βεβαίως, τα αμιγώς πολιτικά, δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο δημοψηφίσματος. Από την κατανομή αυτή προκύπτει σαφώς ότι δεδομένου ότι τα περί δημοσιονομικών καταγράφονται ως εξαίρεση της δεύτερης κατηγορίας ζητημάτων που μπορούν να παραπεμφθούν σε δημοψήφισμα, δηλαδή τα σοβαρά κοινωνικά ζητήματα, δημοσιονομικά ζητήματα δεν μπορούν να αποτελέσουν μέρος κρίσιμων εθνικών ζητημάτων.

Σε καμία περίπτωση ένα δημοσιονομικό ζήτημα δεν μπορεί, αν είναι αμιγές, να αποτελέσει μέρος κρίσιμου εθνικού ζητήματος. Ερωτάται: Τι είναι αυτό το οποίο μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο κρίσιμου εθνικού ζητήματος; Την έννοια αυτή τη χρησιμοποιεί –θυμίζω- το Σύνταγμα στο άρθρο 41.2, όπου μιλάει για εθνικό ζήτημα εξαιρετικής σημασίας που επιτρέπει τη διάλυση της της Βουλής. Υπάρχει και το άρθρο 82.1, το οποίο μιλάει για τη γενική πολιτική της χώρας. Νομίζω ότι θα συμφωνήσουμε όλοι ότι κρίσιμο εθνικό ζήτημα στον πυρήνα του είναι το ζήτημα εκείνο που αναφέρεται σε δύο υποκατηγορίες: είτε στην ασφάλεια της χώρας είτε στις διεθνείς σχέσεις. Μόνο εάν συμπλέκεται κατά τρόπο εντελώς αδιαχώριστο ένα οικονομικό ζήτημα με ζητήματα εξωτερικής πολιτικής ή με ζητήματα άμυνας της χώρας, θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι αποτελούν «κρίσιμα εθνικά θέματα». Εάν η Κυβέρνηση το επιθυμούσε, θα μπορούσε να έχει θέσει ένα διαφορετικό ερώτημα: «Θέλουμε ή δεν θέλουμε να είμαστε στην Ευρώπη;». Από την ώρα που δεν τολμά να θέσει το θέμα ανοιχτά, τότε το όλο εγχείρημα πάσχει κατάφωρα αντισυνταγματικότητας.

Νομίζω ότι στο σημείο αυτό ο ρόλος του Προέδρου της Δημοκρατίας είναι σημαντικός. Έχουμε πλήρη εμπιστοσύνη, τόσο βέβαια στις γνώσεις του καθηγητή και έγκριτου δημοσιολόγου Προέδρου της Δημοκρατίας όσο και στη συνείδηση που έχει του ρόλου που επιτελεί τις κρίσιμες αυτές στιγμές. Νομίζω ότι είναι προφανές ότι η Κυβέρνηση αυτήν τη στιγμή επιχειρεί να εκμεταλλευτεί τη δυσαρέσκεια που είναι φυσικό να προκαλεί στο λαό η λήψη των δυσάρεστων μέτρων τα οποία η ίδια συμφώνησε και -όπως σωστά ειπώθηκε- δεν τολμά να τα φέρει εκείνα σε ψηφοφορία, όπως θα έπρεπε.

Ας μας έφερνε τη δική της πρόταση σε ψηφοφορία, να δούμε εάν τη θέλει ο λαός ή όχι. Μας φέρνει την παρεμφερή πρόταση των εταίρων και τη δική της πρόταση την αφήνει στο πλάι, διότι βεβαίως γνωρίζει καλά τι απάντηση θα εισπράξει. Νομίζω ότι στο σημείο αυτό είναι σαφές ότι έχουμε μια κατάφωρη αντισυνταγματικότητα. Το κάνει, διότι διαστρέφει την ουσία του ερωτήματος. Το δεύτερο σημείο είναι ότι υπάρχει μια πλήρης έλλειψη σαφήνειας του ερωτήματος το οποίο τίθεται. Ειπώθηκε και από τον κ. Βενιζέλο ότι δεν ξέρουμε τι μας ρωτάνε. Ακόμα και σήμερα που έχουμε έρθει εδώ στη Βουλή, έχουμε μια ημερήσια διάταξη, η οποία δεν έχει συνοδευτεί από τα απαραίτητα έγγραφα τα οποία κατονομάζει.

Είναι δυνατόν, κυρία Πρόεδρε, να έχουμε ημερήσια διάταξη και να απασχολούνται τριακόσιοι Βουλευτές και να μην ξέρουμε γιατί μιλάμε, την ώρα που η χώρα καταρρέει; Αυτό το πράγμα το θεωρώ εντελώς απαράδεκτο και νομίζω ότι είναι μια βαρύτατη έλλειψη, η οποία θίγει τα θεμέλια του δημοκρατικού μας πολιτεύματος. Είναι σαφές ότι θα έπρεπε η πρόταση αυτή να έχει διανεμηθεί, να ξέρουμε τι λέει και να τη συζητήσουμε. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να επισημάνω ότι αφού εμείς οι τριακόσιοι δεν μπορούμε να ξέρουμε τι λέει η πρόταση, πώς περιμένετε σε λίγες μέρες να πληροφορηθεί ο λαός το περιεχόμενό της;

(Στο σημείο αυτό κτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Βουλευτή) Και πώς περιμένετε να τοποθετηθούν οι απλοί άνθρωποι σε τόσο σύνθετα ζητήματα, τα οποία δεν κατανοούν ούτε οι ειδικοί; Το τρίτο σημείο είναι η έλλειψη του χρόνου προετοιμασίας. Η διαδικασία του δημοψηφίσματος προϋποθέτει ότι το δημοψήφισμα λαμβάνει χώρα όχι μόνο με σαφές ερώτημα αλλά και με μια χρονική διαδικασία, η οποία επιτρέπει στα εμπλεκόμενα μέρη και ειδικότερα βεβαίως στους ψηφοφόρους να κατανοήσουν περί τίνος πρόκειται και να τοποθετηθούν. Είναι προφανές ότι ο χρόνος λείπει και ότι ασκείται μια πίεση προς τους ψηφοφόρους να συναινέσουν σε μια διαδικασία η οποία χρονικά δεν εγγυάται την αμεροληψία και την αντικειμενικότητα που απαιτούνται.

Πού είναι ο δημόσιος διάλογος που προβλέπει ο σχετικός νόμος; Πότε θα διεξαχθεί και πότε θα τηρηθούν όλα αυτά που προβλέπει η νομοθεσία; Διότι θυμίζω ότι ο ειδικός νόμος περί δημοψηφισμάτων παραπέμπει στη γενικότερη νομοθεσία. Για να δώσω ένα μικρό παράδειγμα, προβλέπεται ότι τρεις μέρες μετά την απόφασή μας θα πρέπει να κατατεθούν τα σχετικά με τα ψηφοδέλτια. Συγχρόνως, προβλέπεται ότι πέντε μέρες πριν τη διεξαγωγή θα πρέπει να έχουν διανεμηθεί. Δεν υπάρχει ένα μικρό χρονικό πρόβλημα; Και τι πιστεύετε; Ότι ο Άρειος Πάγος θα κλείσει τα μάτια και δεν θα επιμείνει την ερχόμενη Τρίτη να υπάρχουν οι εκλογικοί αντιπρόσωποι; Ή νομίζετε ότι αυτή η στρέβλωση η οποία επιχειρείται δεν συνιστά μια σημαντική πολιτειακή ανωμαλία;

Νομίζω ότι είναι καιρός να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους, πολύ περισσότερο διότι πιστεύω ακράδαντα ότι πρόκειται για ένα σχέδιο το οποίο έχει καταστρωθεί εδώ και πολύ καιρό για να οδηγήσει τη χώρα έξω από την Ευρώπη, σε μια άλλη γεωπολιτική θέση, την οποία επιθυμεί μια μεγάλη μερίδα της Κυβέρνησης, όχι όλη η Κυβέρνηση ελπίζω και εύχομαι, αλλά μια μεγάλη μερίδα, η οποία αυτή τη στιγμή φαίνεται ότι έχει πάρει το πάνω χέρι. (ΙΚ) (MO) Το τέταρτο σημείο είναι ότι υπάρχει ψευδής πληροφόρηση για τις συνέπειες που θα έχει η ψήφος του λαού. Αυτό συνιστά σημαντικό συνταγματικό πρόβλημα και συνταγματική στρέβλωση. Βεβαίως, με τα συνταγματικά ή καλύτερα τα αντισυνταγματικά ζητήματα συμπλέκονται και τα ζητήματα νομιμότητας. Η ψευδής πληροφόρηση έγκειται στο ότι αφήνεται η εντύπωση ότι μπορεί ο λαός να ψηφίσει «όχι» στη Συμφωνία, μένοντας όμως μέσα στην Ευρώπη.

Άκουσα τον κύριο Πρωθυπουργό χθες στο διάγγελμα που απηύθυνε, στις δηλώσεις που έκανε προς τον ελληνικό λαό να λέει «ψηφίστε "όχι", για να διαπραγματευτούμε καλύτερα». Ψευδέστατο! «Ψηφίστε "όχι" για να φύγουμε από την Ευρώπη, να μείνουμε εκτός Ευρώπης και να αλλάξουμε γεωπολιτική επιλογή». Αυτή είναι η πραγματικότητα. Και αυτή η στρέβλωση προς την κοινή γνώμη συνιστά βαρύτατο συνταγματικό ατόπημα. Τέλος, το πέμπτο σημείο είναι ότι η μεταφορά της ευθύνης από την Κυβέρνηση προς τον λαό είναι αντισυνταγματική και ανεπίτρεπτη. Επί πέντε μήνες δεν διαπραγματεύεται η Κυβέρνηση. Έφθασε στο τέλος του πεντάμηνου και με την πλάτη στον τοίχο υπέβαλε ένα έγγραφο, το οποίο είναι κατάπτυστο σε σχέση με αυτά που η Ελλάδα είχε διασφαλίσει πριν αναλάβει η Κυβέρνηση αυτή και έρχεται τώρα να μεταφέρει στις πλάτες του ταλαίπωρου λαού, αυτού δηλαδή που στέκεται όλο το βράδυ όρθιος να πάρει τα 100 ευρώ και τα 200 ευρώ που θα του επιτρέψουν να επιβιώσει από την κρίση στην οποία τον οδηγεί η Κυβέρνηση και του λένε «εσύ αποφάσισε, εγώ ο Πρωθυπουργός, εγώ ο Υπουργός Οικονομικών δεν το κάνω». Μόνο η χούντα το έκανε αυτό.

Το 1973 ήμουν μαθητής και θυμάμαι ότι ο Παπαδόπουλος ζήτησε από τους αντιβασιλικούς να καταψηφίσουν τη βασιλεία, γιατί πίστευε ότι θα υφαρπάξει την ψήφο τους και θα δείξει ότι είναι δήθεν φιλοχουντικοί. Αυτού του είδους η φθηνή προπαγάνδα δεν έχει καμία θέση στο πολιτειακό και στο συνταγματικό μας σύστημα. Εάν θέλει η Κυβέρνηση να βάλει ένα δίλημμα στον λαό, ας ρωτήσει «θέλετε την Ευρώπη ή δεν τη θέλετε;». Όμως, το καλύτερο για εμένα και το πιο συνταγματικά αξιοπρεπές και έγκυρο θα ήταν να καταφύγει, αν το θεωρεί χρήσιμο, στις εκλογές, διότι διαφορετικά διαθέτει εδώ μέσα την κυβερνητική πλειοψηφία -τουλάχιστον έτσι διατείνεται- η οποία μπορεί να της δώσει λύση. Είναι επείγον να απαλλαγούμε από τη διαδικασία αυτή. (Στο σημείο αυτό χτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Βουλευτή) Και κλείνω με ένα τελευταίο ερώτημα μισού λεπτού:

Τι θα γίνει αν αύριο το πρωί η πρόταση των εταίρων αλλάξει κατά δύο ή τρεις παραγράφους; Θα μας ξανακαλέσετε εδώ πέρα, για να κάνουμε καινούργιο δημοψήφισμα; Και τι θα γίνει αν την Πέμπτη έχουμε ξανά καινούργια πρόταση; Και τι θα γίνει εάν τελικώς οι θεσμοί μάς πουν σήμερα το απόγευμα «δεν έχετε άλλο περιθώριο, τελείωσαν τα παιχνίδια»; Και γιατί ζητάτε παράταση του μνημονίου, αφού θέλετε να βγείτε από τα μνημόνια, για να δώσετε στον κόσμο την εντύπωση ότι δήθεν με ασφάλεια θα προχωρήσουμε στο δημοψήφισμα και ότι θα συνεχίσουν να υπάρχουν τα χρήματα αυτά τα οποία θα στερέψουν από τη μία μέρα στην άλλη; Είναι επείγον να αποσυρθεί και να καταργηθεί αυτή η διαδικασία και να επανέλθουμε στη συνταγματικότητα που επιβάλλουν οι κρίσιμες περιστάσεις που ζούμε.»

 

Προσθήκη σχολίου

Βεβαιωθείτε ότι εισάγετε τις (*) απαιτούμενες πληροφορίες, όπου ενδείκνυται. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.

Πολυμέσα

Cookies make it easier for us to provide you with our services. With the usage of our services you permit us to use cookies.
Ok Decline