Κυριακή 28 Απριλίου 2024  03:41:42

Θαρραλέες απόψεις από την καθηγήτρια και ΜΕΘ του Ευαγγελισμού Αν. Κοτανίδου παρουσία Μητσοτάκη: «Το ΕΣΥ έχει γεράσει...Λείπουν πολύ οι νοσηλευτές. Αιμορραγία η μετανάστευση των νέων γιατρών» κατά χιλιάδες πλέον. Κύριο

«Όχι, δεν χρειαζόμαστε άλλες ΜΕΘ. Το έχουμε συζητήσει πολλές φορές το ζήτημα με τους αρμόδιους υπουργούς. Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να επανδρώσουμε πλήρως με νοσηλευτικό και εξειδικευμένο ιατρικό προσωπικό τις Μονάδες που έχουμε ήδη δημιουργήσει».

Τη δική της τοποθέτηση, με ευθύτητα και ειλικρίνεια σχετικά με τη δυναμική και τις ανάγκες του Εθνικού Συστήματος Υγείας στη μετά COVID-19-εποχή, έκανε η Καθηγήτρια Εντατικής Θεραπείας ΕΚΠΑ και του « Ευαγγελισμού», Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Εντατικής Θεραπείας, κυρία Αναστασία Κοτανίδου στο συνέδριο του ΠΡΩΤΟΥ ΘΕΜΑτος και του ygeiamou.gr. στο ίδιο πάνελ με τον Πρωθυπουργό Κυρ Μητσοτάκη

Κοτανίδου: Μεγάλο πρόβλημα η έλλειψη νοσηλευτών- Άμεση αναδιάρθρωση του νοσοκομειακού χάρτη

Η κα. Κοτανίδου επισήμανε ότι σκοπός ενός συστήματος υγείας είναι η παροχή υπηρεσιών υγείας και η φροντίδα των ανθρώπων.

Αφού αναφέρθηκε στα αριθμητικά δεδομένα του ΕΣΥ, επισήμανε ότι το μεγάλο πρόβλημα του ΕΣΥ είναι αφενός η γήρανση του προσωπικού του, αλλά και η διαρροή νέων γιατρών προς το εξωτερικό.

Brain drain, γήρανση υγειονομικού προσωπικού και λίγοι νοσηλευτές στην Ελλάδα

«Έχουμε πάρα πολλούς γιατρούς στην Ελλάδα σε σχέση με άλλες χώρες στην ΕΕ, σε αντίθεση με τους νοσηλευτές. Σύμφωνα με στοιχεία της Ένωσης Νοσηλευτών Ελλάδας, από το 2016 έως και το 2019 έφυγαν για εργασία στο εξωτερικό. Το μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε στο ΕΣΥ είναι η γήρανση του υγειονομικού πληθυσμούς, καθώς γίνεται μαζική έξοδος του διευθυντικού δυναμικού σώματος των ιατρών του ΕΣΥ», επισήμανε η κα. Κοτανίδου προσθέτοντας πως τα τελευταία χρόνια παρατηρείται επίσης και η μετανάστευση νέων ιατρών (brain drain) και γι΄αυτό πρέπει να υπάρχει ένας μηχανισμός ανανέωσης του προσωπικού ώστε να εμπλουτιστεί με τις νεότερες γενιές.

Η κα. Κοτανίδου τόνισε πως χρειάζεται, όπως ανέφερε και ο πρωθυπουργός, άμεση αναδιάρθρωση του νοσοκομειακού χάρτη.
Άμεση αναδιάρθρωση του νοσοκομειακού χάρτη
«Δεν γίνεται να έχουμε 3 νοσοκομεία στην ίδια περιοχή και συγχρόνως ένα πανεπιστημιακό νοσοκομείο πλήρως εξοπλισμένο και οι πολίτες να επιλέγουν τα μικρά νοσοκομεία. Θα πρέπει να γίνουν συγχωνεύσεις και αλλαγές χρήσης νοσοκομείων. Θα πρέπει επίσης να μειώσουμε τον χρόνο εισαγωγής του ασθενούς, τόνισε.
Η καθηγήτρια Εντατικής Θεραπείας του ΕΚΠΑ μίλησε και για την προσπάθεια αύξησης των ΜΕΘ κατά την περίοδο της πανδημίας.

Πρέπει να δεχθούμε την αξιολόγηση, είναι σημαντικό όλοι να αξιολογηθούμε

«Απαιτείται αναδιάρθρωση του νοσοκομειακού χάρτη, αλλά και εγκαθίδρυση συστήματος ελέγχου μέσω της, καταγραφής και παρακολούθησης δεικτών ποιότητας. Πριν από την πανδημία ο αριθμός των κλινών ήταν εξαιρετικά μικρός. Καταφέραμε να φτάσουμε κοντά στο μέσο ευρωπαϊκό όρο -περίπου 11-12 κλίνες ανά 100.000 πληθυσμό από 6 που είχαμε προ της πανδημίας. Πρέπει να μειώνουμε τον κίνδυνο μόλυνσης, αφού αν ένας ασθενής υποστεί λοίμωξη, τότε το κόστος αυξάνεται τρεις φορές. Το κύριο πρόβλημα είναι η έλλειψη νοσηλευτών, είναι πρόβλημα και η αναλογία νοσηλευτών/ κλίνες ΜΕΘ, που παραμένει απαράδεκτα χαμηλή σε σχέση με τα διεθνή στάνταρτς. Η ΜΕΘ δεν είναι χώρος για να μπει ο ασθενής και να πεθάνει, αλλά να επιστρέψει στην κοινωνία. Χρειαζόμαστε σχεδιασμό με διάρκεια. Έχουμε ανάγκη οργάνωσης, αποτελεσματικής πρωτοβάθμιας φροντίδας. Πρέπει να δεχθούμε την αξιολόγηση, είναι σημαντικό όλοι να αξιολογηθούμε. Σε κανονικές, αλλά και σε περιόδους κρίσης χρειάζεται αύξηση ανθρωπίνου δυναμικού, συνεχής εκπαίδευση, αύξηση κλινών ΜΕΘ και εκσυγχρονισμό δομών και εξοπλισμού», τόνισε η κα. Κοτανίδου.

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟΤΕΡΑ Η ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΥΣΑ ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΤΗΣ

«Ορισμένα πράγματα μας βρήκαν εντελώς απροετοίμαστους αλλά καταφέραμε μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα να κάνουμε θαύματα. Ο σκοπός ενός συστήματος υγείας είναι η αντιμετώπιση των αναγκών υγείας και φροντίδας του πληθυσμού σε όλο το φάσμα της φροντίδας. Το σημαντικότερο για τον άνθρωπο είναι η υγεία. Με τη ραγδαία εξέλιξη της ιατρικής επιστήμης και της τεχνολογίας, η προσπάθεια για τη διατήρηση στη ζωή των βαρέως πασχόντων αρρώστων, γίνεται ολοένα και μεγαλύτερη με στόχο την έγκαιρη και ορθή αντιμετώπιση. Επειδή η αντιμετώπιση των βαρέως πασχόντων είναι δύσκολη και απαιτητική, επί πανδημίας, τα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών και οι ΜΕΘ θα δεχθούν το μεγαλύτερο φορτίο της φροντίδας των ασθενών», τόνισε η κυρία Κοτανίδου.

Αναφορικά με τις οικονομικές δυνατότητες του Συστήματος Υγείας, η κυρία Κοτανίδου σημείωσε πως «υπάρχουν δαπάνες που αφορούν χρήση για την υγεία που μέχρι και πριν την κρίση ήταν στο 9-10% και μετά την κρίση μειώθηκαν σημαντικά. Πλέον βρισκόμαστε σε περίοδο ανάπτυξης και σταδιακά θα αλλάξουν σημαντικά».

Σημαντικό τμήμα της ομιλίας της κυρίας Κοτανίδου αφορούσε στο ανθρώπινο δυναμικό του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Όπως ανέφερε, «έχουμε πάρα πολλούς γιατρούς. Στην Ελλάδα υπάρχουν πολλοί περισσότεροι γιατροί από ό,τι στην ΕΕ. Το ακριβώς αντίθετο ισχύει για τους νοσηλευτές, καθώς είναι σχεδόν 50% λιγότεροι στη χώρα μας από ό,τι στην υπόλοιπη Ευρώπη. Σε προτεραιότητα είναι, επίσης, και το θέμα της "γήρανσης" του υγειονομικού πληθυσμού, διότι η μαζική έξοδος του διευθυντικού δυναμικού σώματος των γιατρών του ΕΣΥ σε συνδυασμό με την μετανάστευση των νέων γιατρών ακολουθείται από ένα στρώμα γιατρών μέσα στο ΕΣΥ, το οποίο βρίσκεται σε ακραία επαγγελματική κόπωση. Δηλαδή δεν υπάρχει μηχανισμός ανανέωσης του προσωπικού ώστε να εμπλουτιστεί με νεότερες γενιές, που δεν "θα βγάλουν απλώς τη δουλειά" αλλά θα συνεισφέρουν σε νέα γνώση και τεχνογνωσία. Το σώμα γιατρών του ΕΣΥ που σήμερα βρίσκεται σε μια ακραία επαγγελματική κόπωση πρέπει να ανανεωθεί άμεσα, με γιατρούς που δεν θα είναι απλά επικουρικοί, αλλά θα φέρουν τεχνογωνσία και νέες μεθόδους στον ιατρικό κλάδο και στην παροχή υπηρεσιών υγείας».

Την ανάγκη εφαρμογής του θεσμού της «πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης» μόνο στους διευθυντές-συντονιστές με βελτιωμένες αποδοχές και με δυνατότητα παροχής αμειβόμενου ιδιωτικού έργου εντός του νοσοκομείου, ανέδειξε στη συνέχεια η κυρία Κοτανίδου. Για τους υπόλοιπους γιατρούς, πρότεινε την παροχή της δυνατότητας πλήρους αλλά όχι αποκλειστικής απασχόλησης για να μπορούν να απασχολούνται σε δύο ή περισσότερα νοσοκομεία με βάση επιμέρους συμβόλαια εργασίας.

Συμπληρωματικά, η κυρία Κοτανίδου σημείωσε πως το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι αφενός η έλλειψη νοσηλευτικού προσωπικού αλλά και η επιμόρφωση. «Παρά την τεράστια έλλειψη, υπάρχει σημαντικό ποσοστό νοσηελυτών που έχουν φύγει για να εργαστούν σε χώρες του εξωτερικού. Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να διαμορφώσουμε ένα στρατηγικό σχεδιασμό για το ανθρώπινο δυναμικό και τα Υπουργεία Εργασίας και Παιδείας να αναπροσαρμόσουν τις απαιτήσεις για την εισαγωγή φοιτητών στις νοσηλευτικές σχολές» ανέφερε η πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Εντατικής Θεραπείας και συνέχισε: «Χρειάζεται, επίσης, μια άμεση αναδιάρθωση του νοσοκομειακού χάρτη. Δε μπορούμε να έχουμε τρία νοσοκομεία σε απόσταση 20 χλμ και ένα Πανεπιστημιακό και οι ασθενείς να μην πηγαίνουν στο Πανεπιστημιακό αλλά στα μικρά. Πρέπει να γίνουν συγχωνεύσεις και από τη μεριά μας χρειάζεται αποτελεσματικότερη διαχείριση των ασθενών εντός του νοσοκομείου. Πρέπει να μειώσουμε τον χρόνο παραμονής των ασθενών μέσα στο νοσοκομείο. Μέσα σε 3-4 μέρες να μπορεί να εξέλθει του νοσοκομείου είτε για να επιστρέψει στο σπίτι είτε σε μια δομή αποκατάστασης. Χρειάζεται έλεγχος και αξιολόγηση της ενδονοσοκομειακής θνητότητας, αριθμούς και στοιχεία εμπλοκής του κάθε εργαζομένου στο ΕΣΥ, τις επιπλοκές των ασθενών εντός 30 ημερών από την εισαγωγή του νοσοκομείου και αν κάποιος χρειάζεται επανεισαγωγή».

Τα κρεβάτια ΜΕΘ ανά 100.000 κατοίκους είναι ακόμα ένα σημαντικό κομμάτι. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέθεσε η Καθηγήτρια Εντατικής Θεραπείας ΕΚΠΑ, πριν από την πανδημία ο αριθμός στην Ελλάδα ήταν μικρός, περίπου 6 κρεβάτια ανά 100.000 κατοίκους. «Καταφέραμε να φτάσουμε κοντά στον μέσο όρο της Ευρώπης, με 11-12 κρεβάτια ανά 100.000 πληθυσμό. Είναι σημαντικό να έχουμε κλίνες ΜΕΘ και με επαρκές ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό γιατί σε διαφορετική περίπτωση, όταν ο ασθενής πάθει μια λοίμωξη το κόστος νοσηλείας του ανεβαίνει σημαντικά. Επομένως, χρειάζεται αποτελεσματικότερη διαχείριση των περιστατικών εντός του νοσοκομείου και στη μείωση των άσκοπων εισαγωγών από περιστατικά που μπορούν να αντιμετωπιστούν σε πρωτοβάθμιο επίπεδο. Συμπερασματικά, λοιπόν, λείπουν κυρίως νοσηλευτές, αυτό είναι το βασικό πρόβλημα. Η αναλογία νοσηλευτών προς κλίνες ΜΕΘ στη χώρα μας είναι πολύ χαμηλή. Το ιδανικό είναι 6 νοσηλευτές ανά κρεβάτι, γι'αυτό και ελπίζω ότι τα επόμενα χρόνια θα δοθεί μεγάλο βάρος σε αυτό. Οι ΜΕΘ δεν είναι χώρος που ο ασθενής μπαίνει για να πεθάνει, αλλά για να θεραπευθεί και να επανέλθει στην κοινωνία», υπογράμμισε η κυρία Κοτανίδου.

Καταλήγοντας, επανέλαβε ότι χρειάζεται στρατηγικός σχεδιασμός με διάρκεια, οργάνωση στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα και αξιολόγηση για αποτίμηση ποιότητας και κόστους. «Σε περιόδους κρίσης χρειάζεται αύξηση κλινών ΜΕΘ, ανθρώπινου δυναμικού, συνεχής εκπαίδευση, εκσυγχρονισμός δομής και εξοπλισμού», σημείωσε χαρακτηριστικά.

Κλείνοντας, σε ερώτηση του συντονιστή του πάνελ και διευθυντή του Πρώτου ΘΕΜΑτος, κ. Μπάμπη Κούτρα, όσον αφορά στην ενδεχόμενη ανάγκη περαιτέρω αύξησης των Μονάδων Εντατικής Θεραπείας, η κυρία Κοτανίδου απάντησε κατηγορηματικά: «Όχι, δεν χρειαζόμαστε άλλες ΜΕΘ. Το έχουμε συζητήσει πολλές φορές το ζήτημα με τους αρμόδιους υπουργούς. Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να επανδρώσουμε πλήρως με νοσηλευτικό και εξειδικευμένο ιατρικό προσωπικό τις Μονάδες που έχουμε ήδη δημιουργήσει».

Προσθήκη σχολίου

Βεβαιωθείτε ότι εισάγετε τις (*) απαιτούμενες πληροφορίες, όπου ενδείκνυται. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.

Πολυμέσα

Cookies make it easier for us to provide you with our services. With the usage of our services you permit us to use cookies.
Ok Decline